Σκηνές από την Ενανθρώπηση του Σωτήρος



Αποτελείται από τρία θεατρικά κείμενα.
Το πρώτο, "Η ΜΑΡΙΑΜ ΠΡΟΣΕΥΧΕΤΑΙ", είναι ένας μακρύς μονόλογος-προσευχή της Παναγίας αμέσως μετά τον Ευαγγελισμό.

"Χαίρω, αφού από μένανε χαρά τον κόσμο θα γεμίσει. Χαίρω, αφού από τον Γιο που τωραδά σαρκώνω, την σωτηρία και την λύτρωση το γένος των ανθρώπων θα γνωρίσει. Χαίρω, αφού το φως το άπλετο στα σκότη ο Γιος μου θα σκορπίσει.""Χαίρω, μαζί μ΄έναν Σταυρό που οδηγεί σε Σένα. Ιδού η δούλη Σου, Θεέ, το θέλημά Σου ας γίνει."


Το δεύτερο κείμενο, "ΤΑ ΤΡΙΑ ΧΡΥΣΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ" αναφέρεται στο γεγονός της Γέννησης του Κυρίου, με πρωταγωνιστές τους αθώους ποιμένες της Βηθλεέμ που είχαν την ευδοκία να ακούσουν το χαρμόσυνο μήνυμα από τους Αγγέλους και να δουν, ανάμεσα στους πρώτους, τον νεογέννητο Χριστό. Ένα χρυσό νόμισμα από τα δώρα των μάγων βρίσκεται στο ταγάρι ενός δωδεκάχρονου βοσκόπουλου, του Ανανία, που πήγε να προσκυνήσει το βρέφος. Οι συγγενείς τριγύρω τον επιπλήττουν, διότι πιστεύουν πως από κάπου το έκλεψε. Όταν αναγνωρίζεται πως ανήκει στην Ιερή Οικογένεια, σπεύδουν για να το δώσουν πίσω. Μα, στον δρόμο του γυρισμού, άλλα δυο χρυσά νομίσματα βρίσκονται στα ταγάρια τους. Πώς θα ξοδέψουν τόσο χρυσάφι; Θα μας το πουν οι ίδιοι καθώς επιστρέφουν στα βοσκοτόπια τους.

"ΑΝΑΝΙΑΣ: Όπως σας είπα, γονάτισα μπροστά της και της έδωσα τα λουλούδια.
"Καλή Κυρία", της είπα, "εγώ είμαι πολύ φτωχό και δεν έχω δώρα να σας
προσφέρω. Είμαι βοσκόπουλο, φυλάω πιο πέρα... Βλέπεις, φοράω αυτά τα
κουρέλια...
ΙΩΝΑΣ: Κακόμοιρο παιδί...
ΑΝΑΝΙΑΣ: Άνοιξα μάλιστα το ταγάρι μου και της είπα: "Να, κοίταξε το σακκίδιό
μου, να δεις και μόνη σου. Όλο κι όλο ένα κομμάτι ξερό ψωμί έχει μέσα.
Γι΄αυτό μάζεψα αγριολούλουδα, για να σου φέρω κι εγώ ένα δώρο. Είναι
ολόφρεσκα, μοσκοβολάνε".
ΔΑΝ: Τώρα με συγκίνησες, τρελόπαιδο. Έτσι μου έρχεται να κλάψω.".


Το τρίτο κείμενο, "ΖΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ", αναφέρεται στα γεγονότα της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Κυρίου. Τα ίδια πρόσωπα, όπως και στο έργο "ΤΑ ΤΡΙΑ ΧΡΥΣΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ", ύστερα από 33 χρόνια, πλαισιώνονται από συγγενείς τους που μένουν στα Ιεροσόλυμα. Όπως αξιώθηκαν να Τον προσκυνήσουν βρέφος, έχουν τη χάρη να Τον δουν στο Πάθος και στην Ανάστασή Του.

"ΑΝΝΑ: Θα πάω κι εγώ ως τον τάφο. Θα πάω κι εγώ. (Τρέχει προς την πόρτα).
ΡΕΒΕΚΚΑ: Ξαδέρφη Άννα, ξαδέρφη Άννα! (Η Άννα κοιτάζει πίσω). Άννα,
μπορείς και τρέχεις!
ΙΩΝΑΣ: Έτρεξες ως την πόρτα!

(Η Άννα κοιτάζει ξαφνιασμένη τον εαυτό της, τα πόδια της).

ΡΕΒΕΚΚΑ: Εσύ δεν μπορούσες να πάρεις τα πόδια σου. Ξέρω, τόσα χρόνια
είσαι έτσι. Δες, ούτε το μπαστούνι σου δεν πήρες τώρα.
ΑΝΝΑ (Περπατά, χοροπηδά, τρέχει ολόγυρα): Περπατώ, περπατώ! Περπατώ!
ΔΑΝ: Μα, τι έγινε;
ΑΝΝΑ: Είναι η Δύναμη. Η Δύναμη!
ΡΕΒΕΚΚΑ: Ποια δύναμη;
ΑΝΝΑ: Ο Σαμουήλ. Τον άγγιξε ο Ναζωραίος. Του έδωσε Δύναμη... Τώρα το
σκέφτομαι, ο Σαμουήλ κατάφερε και ήρθε στο σπίτι μόνος του.
ΑΝΑΝΙΑΣ: Σου εξήγησε κανένας τον δρόμο, Σαμουήλ;
ΣΑΜΟΥΗΛ: Όχι, μόνος μου τα βρήκα. Σαν κάτι να με οδηγούσε-
ΙΩΝΑΣ: Θεέ και Κύριε!
ΑΝΝΑ: Σας είπα, είναι η Δύναμη."

 
Design by Free WordPress Themes | Bloggerized by Lasantha - Premium Blogger Themes | 100 Web Hosting